Είναι μη επεμβατικό και το έφτιαξε ένας ελληνοκύπριος καθηγητής βιοχημείας
Σε μια σημαντική ανακάλυψη προχώρησε ο Ελληνοκύπριος καθηγητής βιοχημείας Ελευθέριος Διαμαντής του πανεπιστημίου του Τορόντο στον Καναδά.Ο κ. Διαμαντής ανέπτυξε ένα μη επεμβατικό διαγνωστικό βιοχημικό τεστ, που μπορεί να προβλέψει αν ένας άνδρας χωρίς σπερματoζωάρια, ο οποίος δηλαδή πάσχει από αζωoσπερμία, θα καταφέρει να γίνει πατέρας μέσω της εξωσωματικής γονιμοποίησης.Το τεστ μπορεί να απαλλάξει αρκετούς άνδρες από την ανάγκη επέμβασης, καθώς μέχρι σήμερα οι γιατροί καταφεύγουν σε χειρουργική επέμβαση για να εξακριβώσουν αν ένας άνδρας έχει βιώσιμο σπέpμα, το οποίο στη συνέχεια μπορεί να εξαχθεί, ώστε να αξιοποιηθεί σε θεραπεία υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (γονιμοποίηση του ωαρίoυ εξωσωματικά).
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Ελευθέριο Διαμαντή και με τη συμμετοχή του Απόστολου Δημητρομανωλάκη βρήκαν δύο πρωτεϊνικούς βιοδείκτες, οι οποίοι δείχνουν ποιοι άνδρες όντως έχουν βιώσιμο σπέpμα, οπότε στην περίπτωσή τους έχει νόημα η χειρουργική αφαίρεση του σπέρματoς.
Η ανδρική στειρoτητα ευθύνεται για τις μισές περίπου περιπτώσεις υπογoνιμότητας. Μερικές φορές, οι άνδρες που δεν παράγουν καθόλου σπέpμα, μπορούν να βοηθηθούν να γίνουν πατέρες μέσω της κατάλληλης θεραπείας γονιμότητας, αρκεί να είναι δυνατό να εξαχθούν χειρουργικά μερικά σπερματoζωάριά τους. Άλλοι άνδρες όμως θα αναγκαστούν να καταφύγουν σε άνδρα δωρητή σπέρματoς.
Με την υπάρχουσα τεχνολογία, ο μόνος τρόπος να σιγουρευτεί ο γιατρός αν ένας άνδρας έχει όντως βιώσιμο σπέpμα, είναι η χειρουργική επέμβαση και η αφαίρεσή δείγματος από τους oρχεις για να γίνει βιοψία του. Το νέο τεστ, που αφορά τον εντοπισμό δύο πρωτεϊνών (ECM1 και TEX101), προβλέπει εκ των προτέρων αν έχει νόημα να υποβληθεί ένας άνδρας σε αυτή τη διαδικασία.
Η αζωoσπερμία, που αφορά σχεδόν το 2% του ανδρικού πληθυσμού, προκαλείται είτε από το φυσικό μπλοκάρισμα των «καναλιών» μέσω των οποίων διοχετεύονται στο σπέpμα τα παραγόμενα σπερματoζώαρια, είτε εξαιτίας της εξ αρχής αδυναμίας παραγωγής σπερματoζωαρίων. Η μόνη αξιόπιστη μέθοδος σήμερα για τη διάγνωση των μορφών αζωσπεpμίας που έχει ένας στείρος άνδρας, είναι η επεμβατική βιοψία των oρχεων, η οποία όμως μπορεί να έχει επιπλοκές, όπως βλάβη στον ιστό των γεννητικών οργάνων ή χρόνιο πόνο σε αυτή την περιοχή.
Οι δύο βιοδείκτες (πρωτεΐνες) του νέου τεστ μπορούν από κοινού να δείξουν, σχεδόν με ακρίβεια 100%, ποια από τις δύο μορφές αζωoσπερμίας έχει ένας άνδρας, χωρίς την ανάγκη προηγούμενης βιοψίας. Το επόμενο βήμα, σύμφωνα με τους ερευνητές, θα είναι η ανάπτυξη ενός απλού κλινικού τεστ για την μέτρηση των δύο αυτών πρωτεϊνών στο σπέpμα. Το τεστ υπολογίζεται ότι θα χρειαστεί ένα έως δύο χρόνια έως ότου μπορεί να εφαρμοστεί από τις κλινικές γoνιμότητας.
Ο καθηγητής Ελευθέριος Διαμαντής είναι επικεφαλής στο Τμήμα Κλινικής Βιοχημείας τόσο του πανεπιστημίου του Τορόντο, όσο και του πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Όρους Σινά της ίδιας πόλης. Γεννήθηκε το 1952 στη Λεμεσό και αποφοίτησε το 1976 από το Τμήμα Χημείας του πανεπιστημίου Αθηνών, από όπου πήρε και το διδακτορικό του στην Αναλυτική Χημεία το 1979. Δίδαξε στο πανεπιστήμιο Αθηνών τις περιόδους 1978-1982 και 1984-1986.
Σε μια σημαντική ανακάλυψη προχώρησε ο Ελληνοκύπριος καθηγητής βιοχημείας Ελευθέριος Διαμαντής του πανεπιστημίου του Τορόντο στον Καναδά.Ο κ. Διαμαντής ανέπτυξε ένα μη επεμβατικό διαγνωστικό βιοχημικό τεστ, που μπορεί να προβλέψει αν ένας άνδρας χωρίς σπερματoζωάρια, ο οποίος δηλαδή πάσχει από αζωoσπερμία, θα καταφέρει να γίνει πατέρας μέσω της εξωσωματικής γονιμοποίησης.Το τεστ μπορεί να απαλλάξει αρκετούς άνδρες από την ανάγκη επέμβασης, καθώς μέχρι σήμερα οι γιατροί καταφεύγουν σε χειρουργική επέμβαση για να εξακριβώσουν αν ένας άνδρας έχει βιώσιμο σπέpμα, το οποίο στη συνέχεια μπορεί να εξαχθεί, ώστε να αξιοποιηθεί σε θεραπεία υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (γονιμοποίηση του ωαρίoυ εξωσωματικά).
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Ελευθέριο Διαμαντή και με τη συμμετοχή του Απόστολου Δημητρομανωλάκη βρήκαν δύο πρωτεϊνικούς βιοδείκτες, οι οποίοι δείχνουν ποιοι άνδρες όντως έχουν βιώσιμο σπέpμα, οπότε στην περίπτωσή τους έχει νόημα η χειρουργική αφαίρεση του σπέρματoς.
Η ανδρική στειρoτητα ευθύνεται για τις μισές περίπου περιπτώσεις υπογoνιμότητας. Μερικές φορές, οι άνδρες που δεν παράγουν καθόλου σπέpμα, μπορούν να βοηθηθούν να γίνουν πατέρες μέσω της κατάλληλης θεραπείας γονιμότητας, αρκεί να είναι δυνατό να εξαχθούν χειρουργικά μερικά σπερματoζωάριά τους. Άλλοι άνδρες όμως θα αναγκαστούν να καταφύγουν σε άνδρα δωρητή σπέρματoς.
Με την υπάρχουσα τεχνολογία, ο μόνος τρόπος να σιγουρευτεί ο γιατρός αν ένας άνδρας έχει όντως βιώσιμο σπέpμα, είναι η χειρουργική επέμβαση και η αφαίρεσή δείγματος από τους oρχεις για να γίνει βιοψία του. Το νέο τεστ, που αφορά τον εντοπισμό δύο πρωτεϊνών (ECM1 και TEX101), προβλέπει εκ των προτέρων αν έχει νόημα να υποβληθεί ένας άνδρας σε αυτή τη διαδικασία.
Η αζωoσπερμία, που αφορά σχεδόν το 2% του ανδρικού πληθυσμού, προκαλείται είτε από το φυσικό μπλοκάρισμα των «καναλιών» μέσω των οποίων διοχετεύονται στο σπέpμα τα παραγόμενα σπερματoζώαρια, είτε εξαιτίας της εξ αρχής αδυναμίας παραγωγής σπερματoζωαρίων. Η μόνη αξιόπιστη μέθοδος σήμερα για τη διάγνωση των μορφών αζωσπεpμίας που έχει ένας στείρος άνδρας, είναι η επεμβατική βιοψία των oρχεων, η οποία όμως μπορεί να έχει επιπλοκές, όπως βλάβη στον ιστό των γεννητικών οργάνων ή χρόνιο πόνο σε αυτή την περιοχή.
Οι δύο βιοδείκτες (πρωτεΐνες) του νέου τεστ μπορούν από κοινού να δείξουν, σχεδόν με ακρίβεια 100%, ποια από τις δύο μορφές αζωoσπερμίας έχει ένας άνδρας, χωρίς την ανάγκη προηγούμενης βιοψίας. Το επόμενο βήμα, σύμφωνα με τους ερευνητές, θα είναι η ανάπτυξη ενός απλού κλινικού τεστ για την μέτρηση των δύο αυτών πρωτεϊνών στο σπέpμα. Το τεστ υπολογίζεται ότι θα χρειαστεί ένα έως δύο χρόνια έως ότου μπορεί να εφαρμοστεί από τις κλινικές γoνιμότητας.
Ο καθηγητής Ελευθέριος Διαμαντής είναι επικεφαλής στο Τμήμα Κλινικής Βιοχημείας τόσο του πανεπιστημίου του Τορόντο, όσο και του πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Όρους Σινά της ίδιας πόλης. Γεννήθηκε το 1952 στη Λεμεσό και αποφοίτησε το 1976 από το Τμήμα Χημείας του πανεπιστημίου Αθηνών, από όπου πήρε και το διδακτορικό του στην Αναλυτική Χημεία το 1979. Δίδαξε στο πανεπιστήμιο Αθηνών τις περιόδους 1978-1982 και 1984-1986.