Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2013

Το χωριό της μαριxουάνας στην Αλβανία!



Στα «Ζωνιανά» της Αλβανίας, το Λαζαράτι, που κάποιοι το αποκαλούν «χωριό της μαριxουάνας», εννέα στους δέκα κατοίκους ασχολούνται με τις xασισοκαλλιέργειες. Σύμφωνα με αναφορές, μόνο το κοιμητήριο έχει γλιτώσει από τη φύτευση δενδρυλλίων κάνναβnς! Και όλα αυτά εν γνώσει της αστυνομίας, η οποία δεν φαίνεται διατεθειμένη να σταθεί εμπόδιο στο παράνομο εμπόριο.
Οσο για τους τοπικούς δημοσιογράφους, οι οποίοι επίσης γνωρίζουν αλλά αποφεύγουν να αρθρογραφούν επί του θέματος, αναγκάστηκαν να χύσουν περισσότερο μελάνι τις τελευταίες εβδομάδες επ' αυτού, καθώς πάνω από επτακόσιοι άνθρωποι εισήχθησαν στο νοσοκομείο με δηλητηρίαση. Πρόκειται -κατά κύριο λόγο- για γυναίκες και παιδιά με τα ίδια συμπτώματα (εμετό, διάρροια, καρδιοκυκλοφορικά προβλήματα) και την ίδια αιτιολογία. «Τοξίνωση από κάνναβn λόγω εργασίας στις φυτείες» επιβεβαίωσε ο Χίσνι Λούκα, υπεύθυνος των πρώτων βοηθειών του νοσοκομείου του Αργυροκάστρου.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των Αρχών, υπάρχουν πάνω από 350.000 δενδρύλλια κάνναβnς στο Λαζαράτι, που καλλιεργούνται σε συνολικά 3.200 στρέμματα. Κάθε χρόνο παράγονται συνολικά 900 τόνοι προϊόντος, που πωλούνται προς 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ. «Δεν είμαστε εγκληματίες» απαντάνε ωστόσο οι xασισοκαλλιεργητές, εξηγώντας ότι «χωρίς τη μαριxουάνα, θα είχαμε πεθάνει. Δεν υπάρχει ούτε μισή θέση εργασίας εδώ».

Νέοι και ηλικιωμένοι συλλέγουν την κάνναβn καθισμένοι στη γη. Με ένα ψαλίδι ανά χείρας μαζεύουν τα φύλλα, τα οποία στη συνέχεια τοποθετούν πάνω σε ειδικά συρματοπλέγματα για να αποξηρανθούν. Κάθε οικογένεια παράγει περίπου έναν τόνο αποξηραμένης κάνναβnς ετησίως, που την πουλάει περίπου προς 300-320 ευρώ το κιλό.

Οι συνολικοί κάτοικοι είναι περίπου 400.000, όμως τις πρωινές ώρες στο «χωριό της μαριxουάνας» είναι διπλάσιοι, καθώς συρρέουν περιστασιακοί εργάτες. Ερχονται από το κέντρο ή τα νότια της χώρας τα χαράματα και αποχωρούν μόλις δύσει ο ήλιος. «Μας πληρώνουν καλά, 30.0000 χιλιάδες λεκ τη μέρα (περίπου 20 ευρώ). Εχω τρία παιδιά που λιμοκτονούν και ο σύζυγός μου έχει πεθάνει» εξηγεί η Μαρτζόλα, περιστασιακή εργάτρια, ενώ ένας άλλος καλλιεργητής, ο Αγκρόν, δηλώνει από τη μεριά του: «Πάλι καλά που υπάρχει και η κάνναβn. Δεν ξέρω αλλιώς τι άλλο θα κάναμε! Είμαστε ξεχασμένοι από όλους: από τις τοπικές αρχές, από το κράτος, ακόμα και από τους ξένους».





ΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ STATUS ΚΑΤΕΒΑΣΕ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΓΙΑ 
iPhone/iPad ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟ ΕΔΩ         ANDROID ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟ ΕΔΩ